Πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Κυριακής, 10 τρέχοντος, από το Αναγνωστήριο «ΑΙ ΜΟΥΣΑΙ», στο ισόγειο του Πνευματικού μας Κέντρου, εκδήλωση μνήμης στα γεγονότα του Σεπτέμβρη του 1955 στην Πόλη.
Ομιλητής ήταν ο ταμίας του Διοικητικού Συμβουλίου του Αναγνωστηρίου, υπάλληλος της Εθνικής Τράπεζας κ. Παναγιώτης Πιζάνιας. Θέμα του: «Τα Σεπτεμβριανά του 1955: Η δεύτερη άλωση της Πόλης».
Είναι γνωστό ότι από τη νύχτα της 6ης μέχρι και το βράδυ της 7ης Σεπτεμβρίου του 1955 τέθηκε σε εφαρμογή ένα σατανικό σχέδιο αγγλικής έμπνευσης, οργανωμένου πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Πόλης, που αριθμούσαν τότε περί τις 100.000 ψυχές, και αποτελούσαν μια ευημερούσα ελληνική κοινότητα στη θρυλική πόλη. Η μεθόδευση αυτή των Άγγλων, με δυναμική εμπλοκή των Τούρκων κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης στόχευε ουσιαστικά στην εδραίωση της δικής τους παρουσίας στην Κύπρο. Κι ήταν ένα καλά μελετημένο σχέδιο με σκηνοθετημένη και κατευθυνόμενη επίθεση του τουρκικού όχλου κατά των ανυποψίαστων χριστιανών Κωνσταντινουπολιτών, σχέδιο που κλήθηκε να εκτελέσει πρόθυμα η κυβέρνηση Μεντερές, με απώτερο στόχο από μέρους της τη βίαιη, άμεση και οριστική εκδίωξη του εύρωστου οικονομικά ελληνικού στοιχείου από την Πόλη, παραβιάζοντας έτσι κατάφορα τη Συνθήκη της Λωζάννης.
Αποτέλεσμα: Καταστροφές των ελληνικών οικιών και καταστημάτων, λεηλασίες, φόνοι, εκατοντάδες βιασμοί, βεβηλώσεις και πυρπολήσεις ναών, ακόμη και νεκροταφείων!
Ο βασικός στόχος των Τούρκων επετεύχθη, αφού 40.000 Έλληνες εγκατέλειψαν αμέσως κι άρον άρον τις εστίες τους και ήρθαν ως πρόσφυγες στη μητροπολιτική Ελλάδα. Και το χειρότερο: Βαθμιαία και οι υπόλοιποι Κωνσταντινουπολίτες έφυγαν από την Πόλη, με συνέπεια οι εναπομείναντες σήμερα να αριθμούν λιγότερους από 2.000!
Σ’ αυτά τα δραματικά γεγονότα αναφέρθηκε ο ομιλητής με μια καλά δομημένη και άριστα δουλεμένη ομιλία, υποστηριγμένη από πλούσιο φωτογραφικό υλικό. Φώτισε με πληρότητα κι ενάργεια όλες τις πτυχές των «Σεπτεμβριανών», τα οποία έχουν (συνειδητά;) συσκοτισθεί ή, τουλάχιστον, δεν έχουν αναδειχθεί όσο πρέπει.
Το ακροατήριο, εμφανώς ικανοποιημένο, χειροκρότησε θερμά τον ομιλητή, το νεότερο και πολλά υποσχόμενο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Αναγνωστηρίου, τόσο για την άκρως πετυχημένη παρουσία του στο βήμα του Ιδρύματος, όσο και για το θέμα που επέλεξε να πραγματευθεί.
Προλόγισε ο αντιπρόεδρος του Αναγνωστηρίου, κ. Γεώργιος Χατζηθεοδώρου, κι έκλεισε με σύντομη παρέμβαση κι ευχαριστίες ο πρόεδρος των «ΜΟΥΣΩΝ» κ. Παναγιώτης Γιαμαίος.
Παραθέτουμε ολόκληρη την ενδιφέρουσα ομιλία του Παναγιώτη Πιζάνια.
Σεπτεμβριανά: Η δεύτερη Άλωση της Πόλης
Στη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα, η Ελλάδα ως χώρα αλλά και ο ελληνισμός ως έθνος στο σύνολο του, έχουμε υποστεί της συνέπειες της επεκτατικής και σωβινιστικής πολιτικής της Τουρκίας. Από το κίνημα των Νεότουρκων το 1914 και τη Μικρασιατική καταστροφή έως την εισβολή στη Κύπρο το 1974 και τη κρίση των Ιμίων το 1996.Η Τουρκία ως διάδοχος της οθωμανικής αυτοκρατορίας, συνέχισε και συνεχίζει μέχρι σήμερα τον αφελληνισμό των εδαφών της, τις διώξεις και επιδιώκει την επέκταση των συνόρων της.
Ωστόσο υπάρχουν πτυχές της ιστορίας μας, οι οποίες αν και υπήρξαν τραγικές για τον ελληνισμό, δεν είναι γνωστές στο ευρύ κοινό, αφού δεν διδάσκονται ούτε στα σχολεία μας. Η επιλεκτικότητα της ιστοριογραφίας μας, αφήνει εκτός του πλαισίου μελέτης της τον ελληνισμό που δεν ενσωματώθηκε στο ελλαδικό κράτος, δημιουργώντας μεγάλα κενά στην ιστορική μας αυτοσυνειδησία ως έθνος. Σε μία από αυτές θα αναφερθούμε απόψε, μία από τις μελανότερες σελίδες για τον ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης που ήταν τα Σεπτεμβριανά.
Με τον όρο Σεπτεμβριανά έμειναν στην ιστορία τα οργανωμένα επεισόδια της νύκτας της 6ης προς 7η Σεπτεμβρίου 1955, που συνέβησαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου καθοδηγούμενος τουρκικός όχλος προκάλεσε βίαια επεισόδια κατά των Ελλήνων ομογενών και των περιουσιών τους. Οι λεηλασίες και οι καταστροφές των ελληνικών σπιτιών, καταστημάτων και σχολείων, οι βιασμοί, η βεβήλωση και η πυρπόληση των εκκλησιών και των νεκροταφείων, ήταν μερικές μόνο απ’ τις βιαιοπραγίες που συνέβησαν.
Αφορμή έδωσε μία βομβιστική επίθεση στο «σπίτι» του Κεμάλ Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη, που αποδείχθηκε στη συνέχεια, ότι ήταν σκηνοθετημένη προβοκάτσια από την ίδια την τουρκική κυβέρνηση.
Το πλήθος των πηγών, μαρτυρίες και δημοσιεύματα, είναι τόσο μεγάλο που είναι δύσκολο να παρουσιάσει κανείς όλες τις πτυχές της ιστορίας μέσα σε μία ολιγόλεπτη ομιλία. Θα προσπαθήσω όμως να σας περιγράψω τους βασικούς πρωταγωνιστές και τα γεγονότα εκείνης της περιόδου. Οι φωτογραφίες που θα προβληθούν από τις βιαιότητες εκείνης της νύχτας προέρχονται από το αρχείο του Τούρκου ναυάρχου και στρατοδίκη Τσοκέρ, ο οποίος στη διαθήκη του άφηνε τις φωτογραφίες στο Ίδρυμα Ιστορικών Μελετών της Τουρκίας, υπό τον όρο να δημοσιευθούν 5 χρόνια μετά τον θάνατο του. Οι φωτογραφίες της επόμενης μέρας που αποκαλύπτουν το μέγεθος της καταστροφής είναι του Δημήτρη Καλούμενου, επίσημου φωτογράφου του Πατριαρχείου από το 1940 και ανταποκριτή των εφημερίδων «’Εθνος» και «Μακεδονία».
Η πορεία της ελληνικής κοινότητας έως το 1955.
Το 1913 ο ελληνικός πληθυσμός της Πόλης ήταν 310.000 επί συνόλου 750.000 κατοίκων (41,3%). Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάννης (1924) περιορίστηκε σε 125.000 και συνέχισε να βαίνει μειούμενος μέσα από αυθαίρετες, εξοντωτικές, φορολογικές, νομοθετικές, στρατιωτικές και πολιτικές παρεμβάσεις, οι οποίες καταπατούσαν με απροκάλυπτο τρόπο διάφορα άρθρα της Συνθήκης. Και όλα αυτά χωρίς να υπάρξει ουδεμία αντίδραση από το ελληνικό κράτος.
Πόλυ περιληπτικά μερικά μόνο απ’ τα μέτρα που έλαβε το τουρκικό κράτος κατά των Ελλήνων μειονοτικών ήταν: οι κατά καιρούς αυθαίρετες απελάσεις ομογενών, η απαγόρευση εξασκήσεως πολλών επαγγελμάτων από Έλληνες, κατασχέσεις περιουσιών, επεμβάσεις στις εκλογές των ομογενειακών ιδρυμάτων, παρεμβολή διάφορων προσκομμάτων στην ομαλή οργάνωση και λειτουργία των εκπαιδευτηρίων, κ.α.
Αποκορύφωμα της τουρκικής εχθρικής πολιτικής κατά της ελληνικής μειονότητας ήταν η στρατολόγηση των 20 ηλικιών δηλ. των ομογενών από 25 – 45 ετών, το 1941 και η αποστολή τους σε νέα «τάγματα εργασίας» ( amele taburlari) προς πραγματοποίηση εκχιονισμών, εκβραχισμών και έργων οδοποιίας στα βάθη της Τουρκίας, υπό άθλιες καιρικές συνθήκες.
Τέλος, το εξοντωτικότερο μέτρο κατά της ομογένειας υπήρξε το 1942 η περιβόητη ‘φορολογία περιουσίας’ (varlik vergisi) – βαρλίκι – για τους Κωνσταντινοπολίτες. Σύμφωνα με αυτό το νόμο οι τουρκικές αρχές με αυθαίρετο τρόπο, όρισαν για τους μειονοτικούς φόρο που έφθανε ως και το τριπλάσιο της αξίας της περιουσίας τους. Αποτέλεσμα αυτού του νόμου υπήρξε η δήμευση πολλών περιουσιών ή η πώληση τους σε Τούρκους έναντι ευτελέστατων ποσών, αφού οι ομογενείς κλήθηκαν να πληρώσουν μέχρι και δεκαπλάσια απ’τα νομίμως αναλογούντα σε αυτούς. Αδυναμία πληρωμής σήμαινε εκτοπισμό των οφειλετών σε ειδικά στρατόπεδα και εκτέλεση καταναγκαστικών έργων. Βάσει αυτού του νόμου η ελληνική ομογένεια αν και αποτελούσε το λιγότερο από το 0,5% του συνολικού πληθυσμού της Πόλης εκλήθη να πληρώσει το 20% του συνολικού ποσού του φόρου.
Η περίοδος 1948-1955 υπήρξε η τελευταία χρυσή εποχή του ελληνισμού της Πόλης. Η ελληνική ομογένεια κατάφερε να αναδιοργανώσει τους πολιτιστικούς και αθλητικούς συλλόγους, τα νοσοκομεία και τα φιλανθρωπικά ιδρύματα και αναβάθμισε τη λειτουργία των σχολείων με αποτέλεσμα να διπλασιασθεί ο αριθμός των μαθητών. Οι Έλληνες δημιουργούν ξανά περιουσίες, εκμεταλλευόμενοι την απαλλαγή των ομογενειακών ιδρυμάτων από το κρατικό έλεγχο αλλά και τους νέους νόμους που επέτρεπαν και σε Έλληνες επιχειρηματίες να συμμετέχουν στις διάφορες αμερικανικές επενδύσεις. Με αυτόν τον τρόπο κατόρθωσαν σε σύντομο χρονικό διάστημα να ανακτήσουν ακόμη και περιουσίες που τους είχαν αφαιρεθεί με το βαρλίκι και να αναδειχθούν σε σημαντικότατο παράγοντα της οικονομικής ζωής της Πόλης.
Το 1948 εκλέγεται ο Πατριάρχης Αθηναγόρας από Αρχιεπίσκοπος Αμερικής, η Τουρκία τίθεται υπό ην προστασία των Η.Π.Α. ( ώστε να μην επηρεαστεί από τη Σοβιετική Ένωση) και οφείλεται από το σχέδιο Marshall.
Το Μάιο του 1950 ο Adnan Menteres από το νεοιδρυθέν Δημοκρατικό κόμμα εκλέγεται πρωθυπουργός και γίνεται ο πρώτος Τούρκος πρωθυπουργός που επισκέπτεται το Φανάρι.
Το 1952 το βασιλικό ζεύγος της Ελλάδας επισκέπτεται την Τουρκία και ανταποδίδει την επίσκεψη ο Μεντερές στην Αθήνα.
Αυτά όμως συμβαίνουν στο προσκήνιο, γιατί στο παρασκήνιο τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Το 1947 μία επιτροπή του κυβερνώντος λαικού κόμματος συντάσσει μία έκθεση στην οποία αναφέρει ότι μέχρι το 1953 (επέτειος 500 χρόνων από την Άλωση) δεν πρέπει να υπάρχει ούτε ελληνικό ρουθούνι στην Κωνσταντινούπολη.
Στις αρχές του 1950 έρχεται στην επιφάνεια το Κυπριακό και το αίτημα αυτοδιάθεσης των Κυπρίων. Για την Τουρκία το θέμα ήταν ανύπαρκτο αφού είχαν πουλήσει το νησί στους Άγγλους το 1874 και με το άρθρο 21 της συνθήκης της Λωζάννης είχε παραιτηθεί από κάθε δικαίωμα. Η Αγγλία όμως διαβλέποντας τα πράγματα και βασιζόμενη κυρίως στη πληθυσμιακή σύνθεση της Κύπρου, 86% Έλληνες και μόλις 13% Τούρκοι, κατανοεί ότι αργά ή γρήγορα θα αποχωρήσει από το νησί, οπότε προσπαθεί να κινητοποιήσει την Τουρκία προκειμένου να μετατρέψει τον αγώνα ανεξαρτησίας των Κυπρίων σε ένα αγώνα ελληνοτουρκικό. Η επίσημη απάντηση της τότε τουρκικής κυβέρνησης διά του υπουργού των εξωτερικών καθηγητού Fuat Koprulu στις προσπάθειες της Αγγλίας να την αναμίξει στο Κυπριακό ήταν: «Εμείς δεν έχουμε καμία σχέση με την Κύπρο, ούτε θέλουμε να έχουμε.» Η Αγγλία τότε εξαγοράζει τον Sedat Simavi, ο οποίος εξέδιδε κάποιο περιοδικό το Yeni Gun , με ελάχιστη κυκλοφορία και τον εφοδιάζει με τα πλέον σύγχρονα μηχανήματα εκτύπωσης, μέσω της Inteligence Service. Ένας ήταν ο όρος των Άγγλων, να πείσει ο Simavi τους Τούρκους ότι η Κύπρος, την οποία δεν ήξεραν όχι που είναι αλλά ότι υπάρχει, έπρεπε να δοθεί στην Τουρκία και να τους εξεγείρει κατά της Ελλάδας και των Ρωμιών.
Αρχικά η ανταπόκριση ήταν μικρή, όμως το 1954 ήταν η χρονιά καμπή στην τουρκική οικονομία. Το ΑΕΠ, η αγροτική παραγωγή και οι οικονομικοί δείκτες στο σύνολο τους πέφτουν κάθετα. Ο πληθωρισμός εμφανίζεται και παραμένει ως σήμερα, η βοήθεια απ’τις ΗΠΑ φθίνει και φθάνει στα επίπεδα του 1947. Υπάρχει οικονομική δυσπραγία και κοινωνική δυσφορία. Η κυβέρνηση Μεντερές δεν χάνει την ευκαιρία, εγκολπώνεται το κυπριακό και με την ενθάρρυνση της βρετανικής κυβέρνησης μεταφέρει την εσωτερική δυσχέρεια στις εξωτερικές υποθέσεις. Χρησιμοποιεί το κυπριακό σαν δίαυλο, όπου παροχετεύει το λαϊκό συναίσθημα.
Αυτή άλλωστε είναι η πάγια πολιτική πρακτική της Τουρκίας. Μας θυμίζει την πρόσφατη πολιτική κατάσταση στην Τουρκία, όπου μετά το ‘πραξικόπημα’ του Ιουλίου του 2016, όταν η χώρα φλεγόταν στο εσωτερικό της, ο πρόεδρος Ερντογάν άρχισε με πύρινους λόγους να αμφισβητεί τη συνθήκη της Λωζάννης και τα σύνορα στο Αιγαίο.
Μέρος του τύπου λοιπόν καλλιεργεί συστηματικά το μίσος κατά του ελληνισμού και δαιμονοποιεί τους Έλληνες της Πόλης ως εσωτερικούς εχθρούς. Πρωταρχικό ρόλο παίζει η εφημερίδα Hurriyet (Ελευθερία) και οι δημοσιογράφοι Sedat Simavi, Hikmet Bill και Mehmet Emin Yalman. Τα καθημερινά υπερβολικά δημοσιεύματα της, φανάτιζαν τους Τούρκους και αυξάνουν την κυκλοφορία της από μερικές χιλιάδες σε 200.000 αντίτυπα μέσα σε μερικούς μήνες.
Στις 19 Αυγούστου 1954 ο πρέσβης των Αθηνών της Μ. Βρετανίας σε αναφορά του γράφει: Επί του παρόντος οι σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας είναι καλές, όμως έστω και ένα σύνθημα που θα γραφόταν στη Θεσσαλονίκη στο τοίχο της οικίας του Κεμάλ, θα ανέτρεπε αυτές. (PRO FO 371/1 17642, RG 1081, Embassy Report 19.08.1954)
Τον Αύγουστο του 1954 ο ντονμέ ( απόγονος εξισλαμισμένων Εβραίων) Hikmet Bill ιδρύει την οργάνωση Τούρκων φοιτητών με την επωνυμία «Η Κύπρος είναι τουρκική» (Kibris Turktur Cemiyeti) που ανοίγει παραρτήματα σε όλη τη Τουρκία και σύντομα αριθμεί 200.000 μέλη. Η Τουρκία που μέχρι τότε αδιαφορούσε τώρα πάθαινε φρενίτιδα. Η οργάνωση αυτή θα λειτουργούσε ς συντονιστής της επίθεσης κατά του ελληνισμού της Πόλης.
Την 1η Απριλίου 1955 αρχίζει ο ένοπλος αγώνας των Κυπρίων κατά των Βρετανών για να τους αναγνωρισθεί το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Οι Άγγλοι απαντούν με ξυλοδαρμούς, βασανιστήρια και εκτελέσεις. Η Τουρκία ενεπλάκη ενεργώς στο Κυπριακό ζήτημα θέτοντας θέμα αν όχι επιστροφής της νήσου στην ίδια, τουλάχιστον διχοτομήσεως για την προστασία δήθεν της μουσουλμανικής μειονότητας, η οποία βαφτίστηκε τουρκική και αναβαθμίστηκε σε κοινότητα.
Ο τύπος δημοσίευε εμπρηστικά άρθρα, στηλίτευε τον Πατριάρχη Αθηναγόρα επειδή δεν καταδίκαζε δημοσίως τον αγώνα της ΕΟΚΑ, διέσπειρε ψευδείς ειδήσεις περί δήθεν εράνων που διεξήγαν οι ομογενείς υπέρ των αγωνιζομένων Ελλήνων της Κύπρου και περί επικείμενης γενικής σφαγής που περίμενε τους Τουρκοκύπριους στις 28 Αυγούστου. Στις 24 Αυγούστου ο Μεντερες σε ομιλία του στο εστιατόριο Liman προέβη σε εμπρηστικές δηλώσεις ενώπιον υπουργών, βουλευτών, επιχειρηματιών και δημοσιογράφων υιοθετώντας όλα τα μυθεύματα εναντίον των Ελλήνων της Πόλης και περί επικείμενης σφαγής των Τουρκοκυπρίων στη Κύπρο.
Στις 29 Αυγούστου 1955, η Μ. Βρετανία συγκαλεί στο Λάνκαστερ Χάουζ του Λονδίνου τη τριμερή διάσκεψη ( Αγγλία- Ελλάδα- Τουρκία) προκειμένου να συζητήσουν τα προβλήματα της Ανατολικής Μεσογείου. Εκεί η Ελλάδα, παρά την αντίθετη άποψη της Κυπριακής ηγεσία, κάνει το ολέθριο λάθος και πηγαίνει στο Λονδίνο, κατοχυρώνοντας έτσι τη Τουρκία ως διάδικο στην υπόθεση.
Η προετοιμασία της προβοκάτσιας και της καταστροφής
Οι τουρκικές Μυστικές Υπηρεσίες οργανώνουν την προβοκάτσια τοποθέτησης μικρής ποσότητας εκρηκτικής ύλης, μεταφέροντας την με διπλωματικό σάκο στο σπίτι του Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό το σπίτι δεν είναι ο γενέθλιος οίκος του Κεμάλ, αλλά ανήκε στο πατριό του. Ο Κεμάλ ποτέ δε συγχώρησε τη μητέρα του που ξαναπαντρεύτηκε, δεν πήγε ούτε στη κηδεία της. Και μόλις η μητέρα του παντρεύτηκε, εκείνος έφυγε από το σπίτι του και πήγε στο θείο του. Είναι ζήτημα δηλαδή αν κοιμήθηκε έστω και μία νύχτα σ’ αυτό το σπίτι.
Πρωταγωνιστής στη προβοκάτσια ήταν ο φοιτητής Χατζή Αχμετ Οκτάι Εγκίν, μουσουλμάνος από την Κομοτηνή. Η περίπτωση του είναι ενδεικτική της παθογενούς σχέσης του ελληνικού πολιτικού συστήματος και της μειονότητας της Θράκης. Ο πατέρας του Εγκίν, ο Φαίκ, ήταν ιεροδιδάσκαλος και εξέχον μέλος του τουρκόφωνου τμήματος της μειονότητας. Είχε εκλεγεί βουλευτής στο νομό Ροδόπης τη περίοδο 1946- 50. Με το κόμμα των Φιλελευθέρων. Λόγω της ιδιότητας του πατέρα του ο Εγκίν είχε τύχει σκανδαλώδους ευνοϊκής μεταχείρισης. Είχε εισαχθεί άνευ εξετάσεων στη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης και ήταν ταυτοχρόνως υπότροφος και του ελληνικού και του τουρκικού κράτους.
Ο Εγκίν είχε παραλάβει τους δυναμίτες και είχε καθοδηγήσει ως προς την τοποθέτηση τους τον φύλακα του προξενείου, Χασάν Ουτσάρ Μεχμέτογλου, επίσης μουσουλμάνο από τη Κομοτηνή.
Στις 3 Σεπτεμβρίου 1955 η γυναίκα του Τούρκου προξένου στη Θεσσαλονίκη κάλεσε Έλληνα φωτογράφο και του ζήτησε να φωτογραφίσει τον περίβολο του προξενείου, το οποίο στεγάζεται δίπλα στο παλιό σπίτι στο οποίο υποτίθεται γεννήθηκε ο Κεμάλ. Τις φωτογραφίες τις ζήτησε ως ενθύμιο, διότι την επομένη επρόκειτο να αναχωρήσει για την Τουρκία. Την ίδια μέρα ο βαλής (νομάρχης) της Κωνσταντινούπολης Κερίμ Φαχεττίν Γκιοκάι έστειλε εμπιστευτικό μήνυμα στον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα συνιστώντας του να μη βγαίνει για μερικές μέρες στο περίβολο του Πατριαρχείου.
Λίγες μέρες πριν στρατολογήθηκαν πληθυσμοί από τη Δυτική Μ. Ασία και την Ανατολική Θράκη – εκτός των Κωνσταντινοπολιτών Τούρκων – οι οποίοι μεταφέρθηκαν με σιδηρόδρομους, λεωφορεία, ταξί και πλοία στη Κωνσταντινούπολη. Οργανώνονται σε τάγματα εφόδου των 40 – 50 ατόμων και οδηγούνται από ένα καθοδηγητή, ο οποίος είναι μέλος της οργάνωσης «Η Κύπρος είναι τουρκική». Φορτηγά του Δήμου Κωνσταντινούπολης είχαν αναπτυχθεί σε επίκαιρα σημεία της πόλης, φορτωμένα με τσεκούρια, φτυάρια, ρόπαλα, αξίνες, σφυριά, σιδερένιους λοστούς και μπιτόνια βενζίνης.
Ακόμη συντάχθηκαν οι κατάλογοι των επικείμενων στόχων σε κάθε συνοικία και σημαδεύτηκαν την κατάλληλη στιγμή, σπίτια και καταστήματα Ελλήνων, εκκλησίες, μειονοτικά ιδρύματα και εγκαταστάσεις ελληνικών εφημερίδων.
Τέλος εκπαιδεύτηκαν οι αστυνομικοί και στρατιωτικοί με πολιτικά που θα ελάμβαναν μέρος στη λεηλασία και θα κατεύθυναν το πλήθος, ενώ αργότερα θα έπαιζαν το ρόλο του ειρηνοποιού.
Η καταστροφή
Τα μεσάνυχτα της 5ης προς 6η Σεπτεμβρίου εξερράγη βόμβα στο κήπο του τουρκικού προξενείου, η οποία προκάλεσε μικρές μόνο ζημίες σε υαλοπίνακες στην παρακείμενη «οικία του Κεμάλ». Πριν ακόμη μεταδοθεί η είδηση από τον τουρκικό τύπο συγκεντρώθηκαν μπροστά στο μνημείο του Κεμάλ στο Ταξίμ της Πόλης, πλήθος φανατισμένων και οργανωμένων Τούρκων, ενώ φορτηγά και ταξί μετέφεραν συνέχεια ομάδες κρούσης από άξεστους Τούρκους επαρχιώτες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το BBC του Λονδίνου μετέδωσε την είδηση της έκρηξης μισή ώρα προτού αυτή συμβεί.
Στις 16:00 το απόγευμα η τουρκική εφημερίδα Instanbul Ekspres κυκλοφόρησε σε έκτακτη έκδοση (200.000) και δημοσίευε τις φωτογραφίες της συζύγου του Τούρκου προξένου φρικτά παραποιημένες εις τρόπον ώστε να δίδεται η εντύπωση ότι στο σπίτι του πατέρα των Τούρκων είχε σημειωθεί μία τεράστια έκρηξη από βόμβα που είχαν τοποθετήσει Έλληνες. Το γεγονός αυτό έδωσε το έναυσμα για την έναρξη των πρωτοφανούς αγριότητας, οργανωμένων ανθελληνικών ταραχών στην Κωνσταντινούπολη. Λίγο μετά τις 17:00 ένας όχλος χιλιάδων κατευθυνόμενων βάρβαρων, φονιάδων, ληστών, κοινωνικών αποβρασμάτων με ηγέτες φοιτητές, αστυνομικούς, αξιωματικούς, νομικούς, δημοσίους υπαλλήλους μέλη της οργάνωσης « Η Κύπρος είναι τουρκική», επιδόθηκαν σε κάθε είδους βαρβαρότητα.
Τα τάγματα εφόδου που είναι τουλάχιστον 100.000 άτομα, επιχειρούν σε τρεις διαδοχικές φάσεις: α) καταστροφή θυρών β) λεηλασία και γ) πυρπόληση και καταστροφή.
Εκείνη τη νύχτα ο τουρκικός όχλος δολοφόνησε απροστάτευτα πλάσματα, διέπραξε φρικτούς βιασμούς αμέτρητων Ελληνίδων κάθε ηλικίας, λεηλάτησε χιλιάδες καταστήματα, κατέστρεψε και κατάκλεψε σπίτια, άρπαξε ιερά ιστορικά κειμήλια από εκκλησίες που πυρπόλησε, σύλησε τάφους Οικουμενικών Πατριαρχών, σκόρπισε οστά νεκρών στις στράτες, ρήμαξε τα γραφεία των ελληνικών εφημερίδων και άπλωσε σαν σάβανο νεκρικό το φόβο πάνω από την Κωνσταντινούπολη.
Οι αστυνομικές δυνάμεις παραμένουν απλοί παρατηρητές και πολλές φορές παροτρύνουν τους καταστροφείς. Ο πρωθυπουργός Menderes και ο πρόεδρος Bayar διέρχονται κατά την εξέλιξη των γεγονότων απ ’τη Πόλη, ενώ ο Υπουργός Εσωτερικών N.Gedik εποπτεύει τις επιχειρήσεις απ’ τη νομαρχία.
Μέσα σε 9 ώρες περίπου (διότι σε πολλά σημεία οι βανδαλισμοί συνεχίστηκαν και μετά την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου μετά τα μεσάνυχτα) καταστράφηκε οτιδήποτε το ελληνικό. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία 16 Έλληνες έχασαν τη ζωή τους, 32 τραυματίσθηκαν σοβαρά, ενώ 200 Ελληνίδες έπεσαν θύματα βιασμού. Σύμφωνα όμως με κύκλους της ομογένειας οι βιασμοί υπολογίζονται περίπου στους 2000, δεν καταγγέλθηκαν επισήμως για ευνόητους λόγους. Να σας θυμίσω σε αυτό το σημείο τη φράση του κ. Γιάννη Νικολαΐδη « 22 κοπέλες μας κατέληξαν στα φρενοκομεία απ’ τους βιασμούς εκείνης της νύχτας»
Σύμφωνα πάλι με τα επίσημα στοιχεία: 1004 κατοικίες, 4.348 καταστήματα, 27 φαρμακεία, 21 εργοστάσια, 110 ξενοδοχεία και εστιατόρια καταστράφηκαν ολοσχερώς τη νύχτα της 6ης προς 7η Σεπτεμβρίου, ενώ άλλα περίπου 2.500 σπίτια υπέστησαν εκτεταμένες ζημιές. Οι διαδηλωτές επιτέθηκαν με ιδιαίτερη μανία εναντίον των ελληνικών, κοινοτικών ιδρυμάτων, με αποτέλεσμα να ερειπωθούν 73 ορθόδοξες εκκλησίες με κειμήλια ανεκτίμητης αξίας, 8 αγιάσματα,2 μονές, 26 ελληνικά σχολεία και οι εγκαταστάσεις 3 ελληνικών εφημερίδων και 5 αθλητικών συλλόγων. Αυτή η καταστροφή των ιστορικών ναών, τους οποίος ακόμη και οι πρόγονοι τους Οθωμανοί είχαν σεβαστεί κατά την Άλωση, ήταν που οδήγησε πολλούς ιστορικούς να χαρακτηρίσουν τα Σεπτεμβριανά σαν τη δεύτερη άλωση της Πόλης.
Ανατριχιαστική αλλά και αρκετά χαρακτηριστική υπήρξε η σύληση των τάφων, η εκταφή και τα μαχαιρώματα ελληνορθόδοξων νεκρών. Λίγες μέρες πριν είχε ενταφιαστεί ο Ηλιάσκος, διευθυντής της Τράπεζας της Ελλάδος, στον οικογενειακό οίκο στο νεκροταφείο του Σισλή. Αυτός ήταν απ’ τους πρώτους τάφους που βεβηλώθηκε, το ειδικώς κατασκευασμένο φέρετρο ανοίχθηκε και μαζί με το νεκρό πετάχτηκε στο δρόμο, με ένα μαχαίρι καρφωμένο στη καρδιά.
Ιδιαίτερο μίσος επεδείχθη κατά των ιερωμένων, αφού πολλούς απ΄ αυτούς ξυλοκόπησαν, άλλοι γυμνώθηκαν και διαπομπεύθηκαν, εξαναγκαζόμενοι να φωνάζουν «Η Κύπρος είναι τουρκική». Ο Επίσκοπος Παμφίλου Γεράσιμος ξυλοκοπήθηκε αγριότατα και πετάχτηκε στις φλόγες ζωντανός, ενώ ο Ηλιουπόλεως Γεννάδιος παραφρόνησε απ΄ τους ξυλοδαρμούς και ύστερα από λίγο χρόνο απεβίωσε. Ο ηλικιωμένος ιερομόναχος της μονής Βαλουκλή, Χρύσανθος Μαντάς, αφού ξυλοκοπήθηκε βάναυσα, τον κρέμασαν στο ιερό του ναού της Ζωοδόχου Πηγής και τον έκαψαν. Όσοι είχαμε την ευκαιρία να επισκεφθούμε τη Πόλη το καλοκαίρι του 2014, θυμόμαστε την καπνισμένη οροφή της εκκλησίας ως ταφικό μνημείο, αφού το σώμα του δε βρέθηκε ποτέ.
Συνέπειες και αντιδράσεις.
Οι υλικές ζημίες των καταστροφών αν και αρχικά εκτιμήθηκαν από τουρκικές και ξένες τράπεζες σε 2 δις τουρκικές λίρες, το Φεβρουάριο του 1956 η τουρκική κυβέρνηση τις υπολόγισε σε μόλις 69.578.744 τ. λίρες, δηλ. περίπου 25 εκ. δολάρια της εποχής εκείνης. Παρά τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις της τουρκικής κυβέρνησης σχετικά με την άμεση αποκατάσταση των ζημιών, στην ουσία δύο χρόνια αργότερα δόθηκε στα ομογενειακά ιδρύματα το συμβολικό ποσό των 3εκ. τουρκικών λιρών. Αντιθέτως σύμφωνα με εκτιμήσεις του γερουσιαστή των Η.Π.Α. Homer Capehart, που επισκέφθηκε την Πόλη 3 ημέρες μετά τα γεγονότα, το ύψος των ζημιών υπερέβαινε τα 300εκ. δολάρια. Σύμφωνα με την έρευνα που διενήργησε το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών τον Νοέμβριο του 1955, μόνο οι καταστροφές στις ελληνικές εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης ξεπερνούσαν τα 150 εκ. δολάρια.
Η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης του Αλέξανδρου Παπάγου δεν ήταν δυναμική, απλώς προσπάθησε να αναδείξει διεθνώς το θέμα, χωρίς όμως ιδιαίτερα αποτελέσματα. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι ο τότε πρωθυπουργός νοσούσε βαρύτατα και ουσιαστική η κυβέρνηση ήταν ακέφαλη. Από την άλλη υπήρξαν έντονες συμμαχικές πιέσεις ιδίως από τον Αμερικανό Υπ. Εξωτερικών John Foster Dalles ο οποίος κάλεσε και τις δυο πλευρές να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να συμφιλιωθούν. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα του κοινού μηνύματος Dalles: … «Δεν δύναμαι να πιστεύσω ότι ενώπιον τόσων κοινών επιτεύξεων, οποιοδήποτε πρόβλημα θα διαταράξει επί μακρόν την πορείαν της ελληνοτουρκικής φιλίας. Ουδέ δύναμαι να πιστεύσω ότι τα ατυχή γεγονότα των δύο τελευταίων εβδομάδων θα ανατρέψουν την τακτικήν μίας συνεργασίας, ήτις άρχισε προ 25ετίας υπό την εμπνευσμένην ηγεσίαν του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Κεμάλ Ατατούρκ… Ως εκ τούτου παροτρύνω υμάς όπως καταβάλετε πάσαν προσπάθειαν προς τον σκοπόν όπως η αποτελεσματικότης της συνεργασίας σας μη κλονισθεί εξ αιτίας των διαφωνιών της παρούσης στιγμής…»
Το γεγονός ότι το μήνυμα του Αμερ. Υπ. Εξωτερικών δεν αναφερόταν καθόλου στις πρόσφατες βιαιοπραγίες κατά της ελληνικής μειονότητας, ούτε διατύπωνε κάποιες δηλώσεις συμπάθειας προς τα θύματα αυτών των ακροτήτων αλλά εξίσωνε τα θύματα με τους θύτες, ήταν πλήρως απογοητευτικό για την ελληνική κυβέρνηση και τον ελληνικό Τύπο.
Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα από κύριο άρθρο της εφημερίδας Το Βήμα της Τρίτης 20 Σεπτεμβρίου 1955: «…Με βαθείαν λύπην είμεθα υποχρεωμένοι να παρατηρήσωμεν ότι το μήνυμα του κ.Ντάλλες ΔΕΝ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΝΕΤΑΙ εις τας προσδοκίας του Ελληνικού Λαού […] . Ανέμενε ( ο ελληνικός λαός) ότι αι Ηνωμέναι Πολιτείαι […] θα ελάμβαναν θέσιν έναντι των τελευταίων γεγονότων, θα ανεζήτουν την απωτέρα των καταγωγήν, θα κατένεμον τας ευθύνας όπου υπάρχουν και θα έρριπταν το βάρος της υλικής των ισχύος και της ηθικής των ακτινοβολίας ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ώστε να αποκατασταθή επί δικαίας βάσης η Συμμαχική ενότης […]. Ο Ελληνικός λαός δεν έχει ανάγκη υπομνήσεως δια να θυμηθή την Αμερικανικήν γενναιοφροσύνην απέναντι του. Την ενθυμείται καθημερινώς και αναγνωρίζει με ευγνωμοσύνην τας θυσίας, εις τας οποίας ο Αμερικανός φορολογούμενος υποβάλλεται προς χάριν του. Αλλ’ο καθένας δίδει ότι έχει. Και ο ελληνικός λαός ΕΔΩΚΕ ΤΗΝ ΨΥΧΗΝ ΤΟΥ υπερ του κοινού αγώνος και εθυσίασε τα καλύτερα παιδιά του υπέρ των ιδεωδών διά τα οποία μάχεται ο ελεύθερος κόσμος. Δεν δικαιούται λοιπόν να ζητήση πέραν των δολαρίων και Δικαιοσύνην; […].
Το βασιλικό ζεύγος Παύλος και Φρειδερίκη δεν θεωρεί τα Σεπτεμβριανά, αίτιο αρκετά σοβαρό ώστε να διακόψει την επίσημη επίσκεψη που πραγματοποιεί στο Βελιγράδι. Θα διακόψει το πρόγραμμα του μετά από 8 ημέρες και αφού οι φωτογραφίες της καταστροφής είχαν κάνει το γύρο του κόσμου.
Μετά την ανάδειξη του Κωνσταντίνου Καραμανλή στη πρωθυπουργία την 06/10/1955 και την αποχή της Ελλάδας από γυμνάσια του ΝΑΤΟ στη Μεσόγειο, η Άγκυρα υποχρεώθηκε να αποδώσει μία στοιχειώδη ηθική ικανοποίηση στην Ελλάδα. Στις 24 Οκτωβρίου 1955 τίμησε την ελληνική σημαία, την οποία ύψωσε ο Τούρκος Υπ. Εξωτερικών. Σημειώνεται δε ότι ταυτόχρονα με την έναρξη των ανθελληνικών γεγονότων στην Κωνσταντινούπολη, ο τουρκικός όχλος στη Σμύρνη επετέθη και κατέστρεψε το εκκλησάκι της Αγίας Φωτεινής που λειτουργούσε στο στρατόπεδο του ΝΑΤΟ για τις ανάγκες των Ελλήνων αξιωματικών, λεηλάτησε τα σπίτια τους και προπηλάκισε αρκετά από αυτούς.
Η τουρκική αστυνομία για να τηρήσει τα προσχήματα συνέλαβε περισσότερα από 3.000 άτομα αλλά παρέμειναν υπό κράτηση τεσσάρων έως έξι μηνών μόνο 17 άτομα: 9 μέλη της Kibris Turktur, 6 φοιτητές και 2 συντάκτες της Instabul Ekspres.Στις 24 Ιανουαρίου 1957 το ποινικό δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης τους αθώωσε ΟΛΟΥΣ.
Μετά την ανατροπή του καθεστώτος από στρατιωτικό πραξικόπημα υπό τον στρατηγό Τζεμάλ Γκιουρσέλ στις 27 Μαΐου 1960, 592 μέλη και συνεργάτες του Δημοκρατικού Κόμματος παραπέμφθηκαν σε δίκη ενώπιον έκτακτου, υπέρτατου δικαστηρίου της χώρας. Από το σύνολο των στοιχείων και καταθέσεων προέκυψε ότι ο ηθικός αυτουργός των Σεπτεμβριανών ήταν αναμφίβολα η Μεντερική κυβέρνηση.
Κατά την τελευταία δικάσιμο, στις 05/01/1961 καταδικάστηκαν σε θάνατο ο πρωθυπουργός Menderes, ο Υπουργός Εξωτερικών Zorlu και ο Υπουργός Οικονομικών Polatkan και στη συνέχεια εκτελέστηκαν, αφού θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για τη παραβίαση του Συντάγματος και την αλλοίωση του πολιτεύματος, πράξεις για τις οποίες προβλεπόταν η εσχάτη των ποινών, η θανατική καταδίκη. Όσο για τα Σεπτεμβριανά, οι ίδιοι θεωρήθηκαν υπεύθυνοι μόνο για το αδίκημα που προκλήθηκε βάσει του Αρθρου 517 ( φθορά ξένης περιουσίας) και όχι βάσει του Αρθρου 141 (φυλετική διάκριση εις βάρος πολιτών) ή του Αρθρου 177 (καταστροφή ναών και κοιμητηρίων). Ο Hasan Uzar, πρώην υπάλληλος στο τουρκικό προξενείο και ο Oktay Engin, που ήταν μεταξύ των κατηγορουμένων, κρίθηκαν αθώοι, παρά τα αποδεικτικά στοιχεία που παρείχε η Ελληνική Δικαιοσύνη για τα αίτια της έκρηξης.
Μετά 30 χρόνια, το 1990 δόθηκαν μεγάλες τιμές στους Adnan Menderes, Fatin Rostu Zorlu και Hasan Polatkan και έγινε ανακομιδή των οστών από τη νήσο Πλάτη στο Ποκαπή, στο νεοφτιαγμένο μαυσωλείο. Ακόμη η λεωφόρος Vatan μετονομάσθηκε σε λεωφόρο Adnan Menderes όπως και το αεροδρόμιο της Σμύρνης.
Ο Εγκίν αργότερα διορίστηκε Γεν. Δ/ντης Κρατικής Ασφάλειας και αργότερα Νομάρχης στην Νεάπολη της Καππαδοκίας.
Ο πρόεδρος του σωματείου «Η Κύπρος είναι τουρκική» Χικμέτ Μπιλ κατέθεσε στο δικαστήριο ως μάρτυρας κατηγορίας. Αργότερα απεστάλη από την τουρκική κυβέρνηση ως ακόλουθος τύπου στη τουρκική πρεσβεία στη Βηρυττό. Σε συνέντευξη του προς την Hurriyet που δημοσιεύτηκε στις 07/09/1980 αποκάλυψε ότι το απόγευμα της 6ης Σεπτεμβρίου 1955 συναντήθηκε με τον Τούρκο Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον Πρωθυπουργό για την κατάστρωση του σχεδίου βάσει του οποίου διεξήχθησαν οι ανθελληνικές ταραχές.
Η σημαντικότερη συνέπεια των Σεπτεμβριανών ήταν το νέο μεταναστευτικό κύμα και η αποδυνάμωση της ελληνικής κοινότητας. Ήδη από το Σεπτέμβρη του 1955 έως το Δεκέμβριο του 1956, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, 8.000 Ρωμιοί Έλληνες και Τούρκοι υπήκοοι έχουν μεταναστεύσει από την Πόλη. Ενώ σύμφωνα με κύκλους της ομογένειας 15.000 Έλληνες έφυγαν για κάθε γωνιά του κόσμου.
Η Τουρκία συνέχισε για τουλάχιστον μία δεκαετία τις διώξεις. Περιόρισε την έκδοση και κυκλοφορία ελληνικών εφημερίδων και της πατριαρχικής έκδοσης Ορθοδοξία. Στις 10/11/1956 διαλύεται η Ελληνική Ένωση και κατάσχεται η περιουσία της. Απαγορεύει την είσοδο όλων των Ελλήνων δημοσιογράφων στη Τουρκία. Καταργούν τις τρεις ελληνικές εφορίες. Το 1963 η τουρκική κυβέρνηση απαιτεί από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης να απομακρύνει το 50% των ξένων υπηκόων σπουδαστών της από τη Τουρκία, ενώ γνώριζε ότι το 90% των μαθητών προέρχονταν από το εξωτερικό. Την ίδια περίοδο, κατά παράβαση της Συνθήκης της Λωζάννης, διορίζονται ξανά Τούρκοι υποδιευθυντές στα ελληνικά εκπαιδευτήρια και αναλαμβάνουν τον ουσιαστικό έλεγχο τους. Το 1964 απελαύνονται 12.000 Κωνσταντινοπολίτες Έλληνες υπήκοοι και δημεύονται τα περιουσιακά τους στοιχεία. Ενώ το 1956 η ελληνική μειονότητα ξεπερνούσε τις 60.000, εννέα χρόνια αργότερα το 1965, ο ελληνικός πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης απαριθμούσε μόλις 38.667. Σήμερα η ομογένεια δεν υπερβαίνει τα 2.000 άτομα.
Οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης το Σεπτέμβρη του 1955 αισθάνονταν έντονη την ανάγκη να αναζητήσουν έναν υπεράνθρωπο, που θα μπορέσει να τους ανακουφίσει με την παρουσία του, να συμπαρασταθεί στα προβλήματα τους και να μοιραστεί ένα μέρος από την οδύνη τους. Αναζητούσαν έναν Κυρηναίο να ελαφρύνει το βάρος του σταυρού τους. Τα γεμάτα απογοήτευση αλλά συνάμα και ελπίδα λόγια του παραλύτου της Βηθεσδά: « Άνθρωπον ουκ έχω…», ήταν και είναι το αιώνιο παράπονο της ρωμιοσύνης.
Η πάγια υποτονική στάση που τηρούσε και τηρεί η Ελλάδα έναντι των διωγμών και των προκλήσεων της Τουρκίας, με την αιτιολογία πως η πολιτική αυτή θα αποδώσει καρπούς, έχει εκ του αποτελέσματος κριθεί λανθασμένη. Γιατί οι μόνοι καρποί που απέδωσε ήταν η ολοκληρωτική εξαφάνιση του ελληνισμού της Τουρκίας.
Η Ελλάδα δεν μπορεί να κρατά την Βίβλο του Διεθνούς Δικαίου και να απαιτεί τη τήρηση του, όταν απέναντι της έχει έναν λαό ο οποίος είναι βυθισμένος στην αμάθεια και το φανατισμό. Οι πολιτικοί της Τουρκίας οποτεδήποτε βρίσκονται σε δύσκολη θέση χρησιμοποιούν τους δύο αυτούς παράγοντες, την αμάθεια και το φανατισμό του λαού τους, χωρίς να λαμβάνουν υπ’ όψιν το κακό το οποίο προξενούν όχι μόνο στους γείτονες τους αλλά και στην ίδια τους τη χώρα. Αυτό κάνει ακόμη και στις μέρες μας η πολιτική ηγεσία της Τουρκίας. Προκειμένου να αποπροσανατολίσουν το λαό τους από τα τεράστια πολιτικά και οικονομικά προβλήματα που έχει στο εσωτερικό της η χώρα, προκαλούν με εμπρηστικές δηλώσεις και συνεχείς παραβιάσεις των θαλάσσιων και εναέριων συνόρων στο Αιγαίο.
Καλό είναι να θυμόμαστε πάντοτε πως η πλέον επίφοβη στιγμή για μία επικίνδυνη ένταση με την Τουρκία, είναι όταν εμείς βρισκόμαστε σε μία δική μας κρίση και περιδίνηση. Αυτό συνέβη το 1922 με τη Μικρασιατική καταστροφή,το1955 με τα Σεπτεμβριανά στην Κωνσταντινούπολη και το1974 με την εισβολή στη Κύπρο. Και οφείλουμε ως χώρα να ενεργήσουμε δραστικά και αποτρεπτικά ώστε η Θράκη για παράδειγμα, να μην αποτελέσει συνέχεια της Κωνσταντινούπολης και της Κύπρου.
Γεγονός είναι πάντως ότι το 1955, η Πόλη έχασε ότι κοσμοπολίτικο της είχε απομείνει. Οι Ρωμιοί που έφυγαν πήραν μαζί τους τις μυρωδιές, τα χρώματα των καταστημάτων, τη ζωντάνια μίας επιχειρηματικής κοινότητας που κυριαρχούσε στην οικονομική και πνευματική ζωή της Πόλης. Οι Πολίτες όμως, ακόμη και εκείνοι που έφυγαν από τις πατρογονικές τους εστίες, διατηρούν στη μνήμη τους και μεταδίδουν στα παιδιά τους την αίγλη και το μεγαλείο της παλιάς Κωνσταντινούπολης, ώστε αυτό να μην ξεχαστεί ποτέ και να υπάρχουν Κωνσταντινοπολίτες στα πέρατα της Οικουμένης.
Βιβλιογραφία:
1.Σεπτεμβριανά 1995: Η «νύχτα των κρυστάλλων» του Ελληνισμού της Πόλης, Εκδόσεις Τσουκάτου.
2.Πενήντα χρόνια από τα Σεπτεμβριανά, Κωνσταντινούπολη: Πριν-Τότε-Μετά, Ειρήνη Σαριόγλου, Καίτη Σαριόγλου, Εκδόσεις Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου (Ε.Λ.Ι.Α.), 2005.
- Πατρία, Μηνιαίο περιοδικό, τεύχος 13, Σπύρος Βάιλας, Σεπτέμβριος 2008.
- Εφημερίδα « Η Καθημερινή», Αρ. Τα Σεπτεμβριανά, Άγγελος Συρίγος, 09/03/2014
- ΕΡΤ Αρχείο, Εκπομπή Μαρτυρίες, 1971, Γ. Πετρίτση, ert.gr/ arxeio – afierwmata/ septemvriana 1955/60 chronia