Γράφει ο Παναγιώτης Βούρος
Συχνά πυκνά μιλώ με έναν άνθρωπο δικό μου. Κουρασμένος ψυχολογικά, μπαμπάς και μόνος, πάντα χαμογελαστός. Κουρασμένος και σωματικά. Δύο και τρεις δουλειές για να επιβιώσει. Εργατικός όσο δεν πάει. Περήφανος, τολμώ να πω. Από χωράφια μέχρι καθαριότητες αποθηκών, από λάντζα μέχρι ξυλουργός, βαφέας, διανομέας. Μια ψυχή από τις λίγες που χαίρεσαι να συζητάς μαζί του, να μαθαίνεις, να γεμίζεις σοφία και παραδείγματα. Τις προάλλες, μου είπε και για ένα οικογενειακό πρόβλημα.. υγείας, σοκαρίστηκα, όχι με την είδηση αλλά με την όλη φάση, που λέμε λαϊκά.
Εμείς συνήθως γκρινιάζουμε και τα βάζουμε με την τύχη μας αν ..χαλάσει το μηχανάκι (ενώ περιμένει σταθμευμένο το αυτοκίνητο), αν ..χάσαμε την παραλία γιατί μας φόρτωσε αγγαρεία ο μπαμπάς, αν αργήσαμε να πάμε για ποτό γιατί ..έπεσε δουλίτσα στο γραφείο .. στο εστιατόριο ή στο μπαρ, και άλλοι άνθρωποι χαμογελούν μέσα στην μαυρίλα. Την εσωτερική τους μαυρίλα. Γιατί η ελπίδα και η πίστη που αστράφτει στο πρόσωπό τους είναι και μια γερή “σφαλιάρα” για όλους εμάς, τους επιφανειακούς. Όχι, όλοι καλοί είμαστε. Απλά, ολίγον αχάριστοι. Γιατί, θεωρούμε φυσιολογικό και αυτονόητο το εύκολο και το απλόχερο σε μια ζωή σκληρή που αλλάζουν τα πάντα στο λεπτό. Θεωρούμε την υγεία και τα λεφτά και την ευτυχία (που λίγοι ξέρουν τι σημαίνει) δεδομένα όταν κατάντησαν όχι μόνο ζητούμενα αλλά και γρίφος, μια εξίσωση με δεκάδες μεταβλητές. Όσο για τα λεφτά, δεν με απασχολεί καν δηλαδή.
Κάποια στιγμή λοιπόν, του λέω πάω για μπύρα, τόσο απλό, και τόσο άγνωστο για τον άλλον. Γιατί θα σχόλαγε πρωί. Μα, το πρόβλημα δεν είναι ο φίλος μου, αλλά εγώ, που αδυνατώ να κατανοήσω τι συμβαίνει. Το πρόβλημα είναι ότι, την ώρα που κάποιοι κάνουν πλάνα, για επιτυχία, για θέσεις βολεμένες, με παχυλούς μισθούς και πρώτες θέσεις αεροπορικές για περιβόητα ντιλ με Άραβες και Σαουδάραβες, κάποιοι άλλοι προσπαθούν να έχουν ένα κομμάτι ψωμί. Δεν κάνουν τέτοια πλάνα, γιατί προέχει η επιβίωση. Να χωθούν δωδεκάωρα και δεκαεξάωρα σε ένα υπόγειο, με λίγη μουσική στο κινητό και να ονειρευτούν πως είναι με την οικογένειά τους, στο ίδιο τραπέζι, και μπορούν απλά να μοιραστούν λίγες στιγμές ανθρώπινες με όσους αγαπούν.
Την ώρα λοιπόν που δεν μπορούν κάποιοι ούτε για μπύρα να πάνε, ούτε για καφέ, ούτε να κοιμηθούν όσο θέλουν, αναρωτιέμαι.. ποιός λυπάται ποιόν.. Κάποτε λυπόμουν εγώ.. εκείνον, συμπονούσα, πιο σωστά, τώρα, μάλλον λυπάται εκείνος εμένα.. τον κάθε Παναγιώτη, μεταφορικά μιλώ, που τα έχει όλα και δεν είναι χαρούμενος με τίποτα.. που δεν στερούμαστε τίποτα και νιώθουμε κενοί, φτωχοί στην τσέπη και τη ψυχή..
Να ευχηθώ καλή Παναγιά, σε όλο τον κόσμο,στους σύγχρονες ήρωες που η ίδια η ζωή τους, αποτελεί μια νέα ζωή για κάποιους άλλους, για όλους εμάς που τα θέλουμε όλα χωρίς να ξέρουμε τι πραγματικά μας χρειάζεται για να χαμογελούμε..
Καλή ξεκούραση, καλές διακοπές, είτε στο σπίτι είτε οπουδήποτε αλλού..
-Παναγιώτης Βούρος-