Γράφει ο Μανώλης Κασσώτης – δημοσιεύτηκε στο www.anamniseis.net
Στην Ελλάδα και σ’ άλλα μέρη του κόσμου είναι γνωστή η συμβολή των Συμαίων δυτών στην ανεύρεση και ανέλκυση των αρχαιοτήτων των Αντικυθήρων. Είναι όμως σχεδόν άγνωστη η συμβολή δυο άλλων Δωδεκανησίων στην εξερεύνηση του Ιερού Πηγαδιού των Mayas στην Κεντρική Αμερική.
Όση σημασία έχει ο Heinrich Schliemann για τις ανασκαφές στην Τροία και ο Arthur Evans για τις ανασκαφές στην Κρήτη, την ίδια σημασία έχει και ο Edward Herbert Thompson για τις ανασκαφές που έκαμε στην Κεντρική Αμερική για τον πολιτισμό των Mayas.
Αρχίζοντας το 1885 αφιέρωσε μισό αιώνα ζωής κάνοντας ανασκαφές στην χερσόνησο Yucatan στην δυτική πλευρά του κόλπου του Μεξικού και κυρίως στην αρχαία πόλη Chichen-Itza, όπου μεταξύ των άλλων ανακάλυψε τις πυραμίδες των Mayas που τις είχε ζηλότυπα κρυφοφυλάξει η τροπική βλάστηση.
«Πηγάδι της θυσίας»
Ο Thompson ερευνώντας την βιβλιοθήκη της Μαδρίτης βρήκε ένα χειρόγραφο βιβλίο του ιεραποστόλου, και αργότερα αρχιεπισκόπου του Yucatan, Diego De Landa με τον τίτλο «Relacion de la Cosas de Yucatan». Στο βιβλίο του ο De Landa περιέγραφε την ιερή πόλη των Mayas, την Chichen-Itza δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στο Ιερό πηγάδι, το Cenote, που στην γλώσσα των ιθαγενών σημαίνει το «Πηγάδι της θυσίας».
Σύμφωνα με την περιγραφή του De Landa, είχε διατηρηθεί μια παράδοση μεταξύ των ιθαγενών του Μεξικού σχετικά με το «Πηγάδι της θυσίας». Σε εποχή ξηρασίας ή κάποιας άλλης φυσικής καταστροφής, οι ιερείς του ιερού ναού του «Kukil Can» πήγαιναν εν πομπή, με ψαλμούς και μουσική, στο «Πηγάδι της θυσίας», ακολουθώντας την Ιερά οδό. Μαζί τους είχαν αιχμαλώτους νέους, των πιο φημισμένων εχθρών και αντιπάλων τους, όμορφες νέες και αντικείμενα μεγάλης αξίας.
Όταν η πομπή έφτανε στο «Πηγάδι της θυσίας» γινόταν ιδιαίτερη τελετή στο ιερό του «Θεού της βροχής» που βρισκόταν στο χείλος του Πηγαδιού και απ’ εκεί έριχναν τους νέους, τις νέες και τα άλλα αντικείμενα για να εξευμενίσουν τον θυμωμένο θεό που κατοικούσε στο πυθμένα του Πηγαδιού.
Οι προηγούμενοι και οι σύγχρονοι μελετητές της εποχής θεωρούσαν τις περιγραφές του De Landa μύθους και δημιουργήματα της φαντασίας του. Όμως ο Thompson το αντιμετώπισε ως πραγματικότητα και μετά από αρκετά χρόνια, στις αρχές του 20ου αιώνα, ανακάλυψε το Ιερό πηγάδι που περιέγραφε ο De Landa: ήταν ένα από τα βαθουλώματα της περιοχής που δημιουργούνται στην επιφάνεια της γης από την υποχώρηση του υπεδάφους (sinkhole) και αποφάσισε να το εξερευνήσει. Βρήκε χρηματοδότες, αλλά κανείς τους δεν ήθελε να πάρει την ευθύνη για την ζωή του, «αν θέλεις να αυτοκτονήσεις μπορείς να βρεις καλλίτερο τρόπο», του έλεγαν.
Νικόλας και Πανορμίτης
Όταν ο Thompson εξασφάλισε την χρηματοδότηση πήγε στη Βοστόνη και πήρε μαθήματα θαλάσσιας κατάδυσης από τον πλοίαρχο Ephraim Nickerson of Long Waarf. Αργότερα ο ίδιος διηγείτο: «όπως διαπίστωσα έγινα μέτριος, όχι πολύ καλός δύτης», για την εξερεύνηση όμως του πηγαδιού χρειαζόταν πεπειραμένο δύτη. Εκείνη την εποχή, πριν ακόμα αρχίσει η ομαδική μετανάστευση των Ελλήνων σφουγγαράδων στο Tarpon Springs της Φλώριδας, μετανάστευσαν στις Bahamas αρκετοί Καλύμνιοι σφουγγαράδες, που επιδόθηκαν στην σπογγαλιεία και σύντομα η φήμη τους διαδόθηκε σ’ όλη την Αμερική.
Εκεί, λοιπόν, στις Bahamas πήγε ο Thompson για να βρει δύτη. Ρώτησε και έμαθε ότι ο πιο πεπειραμένος σφουγγαράς σ’ όλες τις Bahamas ήταν ο Νικόλας. Μ’ αυτόν και τον βοηθό του, τον Πανορμίτη, υπέγραψε συμφωνητικό. Δεν αναφέρεται ο τόπο της καταγωγής τους αλλά από τα ονόματα Νικόλας και Πανορμίτη και την παρουσία Καλυμνίων στις Bahamas εξάγεται ότι ήταν Καλύμνιοι.
Ο Thompson εγκατάστησε ένα γερανό στο χείλος του πηγαδιού στην δεξιά μεριά του ιερού, από το οποίο σύμφωνα με τον De Landa, οι Mayas έριχναν τις νέες, τους νέους και τα πολύτιμα αντικείμενα μέσα στο πηγάδι. Με την βοήθεια του γερανού καθάρισε, αυτήν την μεριά του πηγαδιού από τα δέντρα, τα χώματα και τις πέτρες που είχαν συσσωρευτεί από εκατοντάδες χρόνια. Έφτιαξαν μια τεράστια ξύλινη σχεδία και με τον γερανό την κατέβασαν μέσα στο πηγάδι. Πάνω στην σχεδία έβαλαν τα σκάφανδρα, τις αεραντλίες και τα άλλα εξαρτήματα που χρειάζονταν για την κατάδυση.
Ο Πανορμίτης πήρε τη θέση του κοντά στις αεραντλίες από όπου διηύθυνε τους ιθαγενείς και βοηθούσε τον Thompson και τον Νικόλα να βάλουν το «φόρεμα» και την μπρούτζινη περικεφαλαία. Όλα ήταν έτοιμα για την κατάδυση. Οι ιθαγενείς, που παρακολουθούσαν αμίλητοι έχασαν το χρώμα τους, δεν πίστευαν ότι θα τους ξανάβλεπαν. Ο «Θεός της βροχής» δεν θα τους άφηνε να επιστρέψουν. Οι ιθαγενείς πίστευαν ότι στον σκοτεινό βυθό του ιερού πηγαδιού, που ζούσε ο παντοδύναμος Θεός, υπήρχαν μεγάλα φίδια και τρομερά τέρατα κι αν κάποιος τολμούσε να φθάσει μέχρι εκεί δεν θα τον άφηναν να γυρίσει ζωντανός.
Παραμένουν ζωντανοί
Σιγά-σιγά ο Thompson κατέβηκε τη σκάλα που ήταν στερεωμένη στο πλάι της σχεδίας και σε λίγο χάθηκε κάτω από το χαλκοπράσινο νερό. Φαινόντουσαν μόνο οι φυσαλίδες του αέρα που έβγαιναν από την βαλβίδα της περικεφαλαίας και έφθαναν στην επιφάνεια. Στα τρία πρώτα μέτρα οι ακτίνες του ήλιου που διαπερνούσαν το νερό άλλαζαν χρώμα από κίτρινο σε πράσινο και σκούρο βυσσινί, μετά απόλυτο σκοτάδι. Σε λίγο, σαν πιο έμπειρος, καταδύθηκε ο Νικόλας και σε λίγα λεπτά ήλθε δίπλα στον Thompson και του έσφιξε το χέρι. Ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που έφτασαν μέχρι σ’ αυτό το σημείο ζωντανοί και εξακολουθούσαν να παραμένουν ζωντανοί.
Μαζί τους πήραν από ένα υποθαλάσσιο φακό για να βλέπουν, αλλά ήταν τελείως άχρηστος, γιατί κοντά στον βυθό το νερό ήταν πηκτό, κάτι μεταξύ σούπας και λάσπης, έπρεπε να δουλεύουν μέσα στο σκοτάδι. Είχαν μαζί τους και από ένα υποθαλάσσιο τηλέφωνο, αλλά και αυτό το εγκατέλειψαν, γιατί βρήκαν καλύτερο τρόπο να επικοινωνούν μεταξύ τους. Ανακάλυψαν ότι στα 20-30 μέτρα βάθος που δούλευαν, όταν κολλούσαν τη μια μύτη της περικεφαλαίας του ενός με του άλλου, μπορούσαν να μιλούν και να συνεννοούνται. Οι φωνές τους έμοιαζαν σαν να έρχονταν από το υπερπέραν, χωρίς ζωή και χρώμα, αλλά ακούγονταν καθαρά.
«Εύφορη ζώνη»
Το άνοιγμα του Πηγαδιού είχε σχήμα ελλειπτικό με μέση διάμετρο γύρω στα 57 μέτρα και από το χείλος μέχρι το νερό γύρω στα 20-24 μέτρα. Κοντά στην επιφάνεια του νερού, μέχρι που τελείωνε το πηκτό νερό και άρχιζε η λάσπη, μπορούσαν να κινούνται με σχετική ευκολία. Δέκα περίπου μέτρα κάτω από την επιφάνεια, η λάσπη γινόταν τόσο παχιά που συγκρατούσε πελώριες ρίζες και κορμούς δένδρων. Πέντε μέτρα πιο κάτω η λάσπη ήταν τόσο συμπαγής που συγκρατούσε κολώνες και μεγάλες πέτρες από τους τοίχους του ιερού που γκρεμίστηκε και έπεσε μέσα στο πηγάδι. Μέσα σ’ αυτά τα πέντε μέτρα πάχος λάσπης, που ο Thompson τα ονόμασε «εύφορη ζώνη», έψαχνε να βρει τις αποδείξεις που θα επαλήθευαν την παράδοση των Mayas, όπως την περιέγραψε ο De Landa.
Μέσα στην «εύφορη ζώνη» βρήκαν τους σκελετούς τριών γυναικών. Γύρω από της μιας τον λαιμό ήταν ένα περιδέραιο φτιαγμένο από χάντρες. Μέσα στη λάσπη βρέθηκαν μερικά κομμάτια από τα ρούχα που φορούσαν τα τρία άτυχα θύματα. Μετά βρήκαν σκαλιστά πέτρινα αγαλματάκια σκεπασμένα από φύλλα χρυσού και χαλκού, τεμάχια από ρητινώδη λιβάνια, αρκετούς σκελετούς, βέλη και κομμάτια από ύφασμα, όλα μεγάλης αρχαιολογικής αξίας. Βρέθηκαν αρκετά χρυσά αντικείμενα, τα περισσότερα από μείγμα μικρής περιεκτικότητας χρυσού, υπήρχαν λίγα φτιαγμένα από καθαρό χρυσάφι, αλλά η αξία τους συνίστατο στις φιγούρες και στα σύμβολα που ήταν σκαλισμένα πάνω τους.
Στο Peabody Museum της Βοστόνης, όπου σήμερα εκτίθενται, δώρισε ο Thompson τα αρχαιολογικά αντικείμενα που βρήκε στο «Πηγάδι της θυσίας». Όμως τα περισσότερα απ’ αυτά τα αρχαιολογικά ευρήματα πέρασαν από τα χέρια δυο συμπατριωτών μας σφουγγαράδων που ξέρουμε μόνο τα μικρά τους ονόματα. Γι’ αυτό η σύντομη αναφορά στο κατόρθωμα τους ας θεωρηθεί μνημόσυνο στην μνήμη του Νικόλα και του Πανορμίτη