ΑΠΙΣΤΕΥΤΑ ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΑΛΗΘΙΝΑ. (Από τον επαγγελματικό βίο των επιπλοποιών)- Του Νικήτα Καραφυλλάκη*

676
*Νικήτας Σκ.Καραφυλλάκης, Εκπαιδευτικός, Σπούδασε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Μαράσλειος Παιδαγωγική

Τα μέλη κάθε επαγγελματικής τάξης στη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους συναντούν περιπτώσεις πελατών, οι οποίοι τους δυσκολεύουν, τους στεναχωρούν, ή τους διασκεδάζουν με τις παραξενιές, τα φέσια, τις ιδιοτροπίες, τους παραλογισμούς, τις αδυναμίες τους… Πρόκειται για περιστατικά που χαράσσονται βαθιά στη συλλογική μνήμη τους, γιατί έχουν απρόβλεπτο, δυσάρεστο ή φαιδρό περιεχόμενο. Οι ναυτικοί, οι έμποροι, οι γιατροί, οι καλλιτέχνες, οι εκπαιδευτικοί, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, όλοι οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα, έχουν να διηγηθούν απίθανες ιστορίες που μόνο η ποικιλία και η πολυμορφία της ζωής ξέρει να δημιουργεί και να παρουσιάζει.

Παίρνοντας αφορμή από την τελευταία ανάρτηση -αφιέρωμα στη συντεχνία των επιπλοποιών- θα θεωρήσω ως επίκαιρη την παράθεση παρόμοιων γεγονότων από τον χώρο της. Επιφυλάσσομαι να κάνω το ίδιο, αργότερα, με προσωπικά βιώματα από τη δική μου “εκπαιδευτική ομοταξία”, η οποία είναι πλουσιότερη σε αριθμό και “ποιότητα προϊόντων” του συγκεκριμένου είδους.

Ο συμπατριώτης μας συνταγματάρχης ε.α. Γεώργιος Πιζάνιας ήταν από τους πρώτους που εκτίμησε την αξία της περιοχής του Μασουριού, ακόμη και για μόνιμη κατοικία. Εκεί, στο κέντρο με τη μικρή πλατεία, δίπλα στην πηγή*, από την οποία ανάβλυζε, βουνίσιο καθαρό, υγιεινό και δροσερό νερό, περισσότερο και από εκείνο που διαφημίζει καθημερινά ο Κύπριος στους τηλεοπτικούς σταθμούς, έκτισε το σπίτι του, μεταφέροντας τη βρύση της πηγής 10 μέτρα δυτικότερα, στη σημερινή της θέση! Υποστήριζε πως βρισκόταν μέσα στα όρια της ιδιοκτησίας του, καθώς εκείνη χρόνο με τον χρόνο μεγάλωνε σαν να ήταν ζωντανός οργανισμός, μέχρι που την αγκάλιασε και την έκανε δική του! Δήμαρχος στο νησί μας την περίοδο εκείνη ήταν ο αδελφός του Νικόλας Πιζάνιας **, ο οποίος έλαβε το δημαρχιακό χρίσμα από τον “φοίνικα της αγίας τριάδας” των συνταγματαρχών της Επταετίας…

Σε μια από τις πολλές κτιριακές προσθήκες που έκανε ο συνταγματάρχης κάθε λίγο και λιγάκι, με οικοδομικές άδειες που πολλοί τον κατηγορούσαν ότι έπαιρνε, είτε από τον … αδελφό του, είτε από την … ελληνική σημαία, την οποία τόσες φορές είχε αναρτήσει κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του υπηρεσίας, ήρθε στον επιπλοποιό Σκεύο Καραφυλλάκη για να του αναθέσει την κατασκευή ενός παραθύρου! Για να μην ταλαιπωρήσει τον τεχνίτη, αλλά κυρίως για να μην χρεωθεί και τα “έξοδα κίνησής”του, πήρε ο ίδιος τα μέτρα με δύο κομμάτια σπάγκο για τις δύο διαστάσεις του παραθύρου και κατέβηκε στην Πόθια! Το ένα κομμάτι το τύλιξε στο αριστερό χέρι και το άλλο στο δεξί. Αντιπροσώπευαν το ύψος και το πλάτος του κουφώματος! Ο Σκεύος, που ήταν και παιδικός του γείτονας, μόλις άκουσε την παραγγελία, αλλά κυρίως μόλις είδε τα …μέτρα σε είδος και όχι σε αριθμούς, του λέει: “Χάθηκε ένα μέτρο, Γιώργο, μην κάνουμε κανένα λάθος και πάει το παράθυρο για βράσιμο καμιάς φασολάδας;” Για να του απαντήσει ο “έψιλον άλφα” συνταγματάρχης ότι η ευθύνη είναι δική του και πως δεν πήρε τα στρατιωτικά γαλόνια και παράσημα χωρίς να ξέρει να μετράει!

Εκτελείται η παραγγελία. Πηγαίνει μετά από λίγες μέρες ο Σκεύος να τοποθετήσει το παράθυρο και διαπιστώνει ότι επαληθεύτηκαν οι φόβοι του. Μπερδεύτηκαν οι σπάγκοι στα χέρια του “ανώτερου” αξιωματικού και το ύψος έγινε πλάτος και το πλάτος ύψος! Δίνει ο παρασημοφορεμένος συνταγματάρχης δεύτερη παραγγελία, της οποίας τα μέτρα δεν εμπιστεύτηκε αυτή τη φορά στον εαυτό του, και πληρώνει δύο φορές το κόστος του παραθύρου!

Παρουσιάζεται η Σεβαστή Μ., με μάτια βουρκωμένα, στον ίδιο επιπλοποιό, για να παραγγείλει ένα φέρετρο για τον…ετοιμοθάνατο άντρα της! Μάταια προσπάθησε ο ξυλουργός, με σεβασμό στον πόνο και τον φόβο της της, να την μεταπείσει, λέγοντάς της πως ούτε γιατρός να ήταν η ίδια, δεν θα ‘νιωθε τόση σιγουριά και πως θα ήταν φρόνιμο και λογικό να περιμένει, μήπως δεν επαληθευθούν οι ανησυχίες της. Κατασκευάζεται σε απόλυτη προτεραιότητα, όπως είχαν πάντα και απ’ όλους τους συναδέλφους του τα “μέσα μεταφοράς των κεκοιμημένων”, και παραδίδεται στη θρηνούσα… μέλλουσα χήρα. Μετά από λίγες μέρες επανέρχεται, λάμπουσα από χαρά η Σεβαστή, και επιστρέφει το φέρετρο! Τον ενημερώνει πως ο άντρας ανέβαλε την απόφασή του να “καταλήξει”! Ούτε αυτή τη φορά πείστηκε να κρατήσει τουλάχιστον το “σκεύος” κατασκευής Σκεύου, μήπως και αλλάξει γνώμη μετά από λίγο καιρό ο σύντροφός της!… Στάθηκε αδύνατο, γιατί ήταν και προληπτική και φοβόταν πώς η “παρουσία του” στο σπίτι, θα οδηγούσε μια ώρα νωρίτερα στο μοιραίο! Πλήρωσε κι έφυγε ευχαριστημένη. Το φέρετρο δεν άργησε να φιλοξενήσει, μετά από σχετικό σκόντο, άλλον, ο οποίος δεν στάθηκε τυχερός να ανανήψει, όπως ο προηγούμενος!…

_Η Ελένη, κόρη του καπετάνιου σπογγαλιευτικών σκαφών Γιώργου Γ. και γυναίκα του ονομαστού δικηγόρου Ντίνου Ν., επισκέπτεται, ολοφυρόμενη και απαρηγόρητη, τον επιπλοποιό της Σκεύο, ο οποίος ήδη είχε πληροφορηθεί τον αιφνίδιο θάνατο του φίλου του, και του ζητάει να της κατασκευάσει από το καλύτερο και ακριβότερο ξύλο ένα παρόμοιο με το προηγούμενο “έπιπλο”… Φοβούμενη, ίνα μη μείνη επί της κλίνης το σώμα, “επεί Παρασκευή ην” (τουτέστιν Σάββατο για μας), παρακάλεσε θερμά τον ξυλουργό να διακόψει κάθε άλλη εργασία, προκειμένου να το έχει έτοιμο, ει δυνατόν αυθημερόν, γιατί ακολουθούσε η Κυριακή που ήταν και εξακολουθεί να είναι μέχρι σήμερα αργία. Επικρατούσαν και υψηλές θερμοκρασίες τις μέρες εκείνες, όταν τη βρήκε το κακό και δεν υπήρχαν χρονικά περιθώρια να παραμείνει ο αποβιώσας έξω από τη “μόνιμη κατοικία του” για δύο-τρια εικοσιτετράωρα. Ειδικοί νοσοκομειακοί θάλαμοι και γραφεία Τελετών δεν υπήρχαν, τότε, για να απαλλάξουν την πενθούσα οικογένεια από τον ψυχοφθόρο ρόλο της συντήρησης και ταφής των “αναπαυομένων”. Του ζήτησε να είναι καλαίσθητο, εξωτερικά, και επενδυμένο εσωτερικά, από μεταξωτό ύφασμα! Να είναι αντάξιο της επαγγελματικής φήμης και των δύο, του καλλιτέχνη επιπλοποιού και του λειτουργού της Θέμιδος: …..Όταν το παρέλαβε και εναπόθεσε σ’ αυτό τη σορό του συντρόφου της, πρόσεξε ότι έπεφτε λίγο στενάχωρο και ζάρωνε … το πέτο του κουστουμιού του!..Πρόσθετη στενοχώρια πάνω στη μεγάλη! Δεν άντεχε να τον βλέπει με τσαλακωμένο σακάκι! Να έχει χάσει το κύρος και την αξιοπρέπειά του! Το επιστρέφει χωρίς να πείθεται από κανέναν… ούτε και από το ήρεμο και γαλήνιο πρόσωπο του συντρόφου της, ο οποίος έδειχνε να μην τον απασχολεί καθόλου η εικόνα του με το τσακισμένο πέτο και το στριμωγμένο σώμα του. Ξαναφτιάχνεται στις διαστάσεις που το ήθελε η πληγωμένη χήρα. Όταν ήρθε η ώρα της ταφής, διαπιστώθηκε ότι δεν χωρούσε στο μνήμα! …Έθαψαν τη σορό χωριστά και την κάλυψαν από πάνω με το σπασμένο φέρετρο!..Το γεγονός σχολίασαν φίλοι, συνάδελφοι και συγγενείς του νεκρού που συνόδευσαν τον αγαπημένο τους Ντίνο. Έλεγαν πως η ωραία Καλυμνιά με το αρχοντικό παρουσιαστικό δεν είχε ακόμη συνειδητοποιήσει ότι δεν θα συνόδευε, όπως άλλοτε στο παρελθόν, τον αγαπημένο της ως γαμπρό!Και εξέφραζαν την απορία τους, πώς μπορεί να υπάρχει μια τέτοια φροντίδα και τόση αγάπη και λατρεία πέραν του τάφου και του θανάτου!…

_ Ήρθε κάποτε στο επιπλοποιείο του Μικέ Γαβαλά στην περιοχή του Χριστού, η Ατούμισσα

Π. Μια ηλικιωμένη συμπατριώτισσά μας, για να του δώσει μια παραγγελία που τον άφησε άναυδο: Ένα “κασόνι” για λογαριασμό της! Κτυπήστε τούτη τη φορά “ξύλο” – πάλι για φέρετρο θα γράψουμε! Του είπε πως τον τελευταίο καιρό νιώθει εξαντλημένη, τις δυνάμεις της να την εγκαταλείπουν. Δεν βλέπει να πηγαίνει μακριά…Του εξήγησε πως, καθώς είναι μόνη και ανύπαντρη, θέλει να τακτοποιήσει όλες τις δουλειές της τώρα που είναι ακόμη ζωντανή κι έχει σώας τας φρένας της. Δεν ήθελε, “φεύγοντας”, να αφήσει καμιά εκκρεμότητα στους άλλους. Και γιατί φοβόταν πως δεν θα της έκαναν “τα πρέποντα” οι λιγοστοί και φτωχοί φίλοι και συγγενείς της, αλλά και γιατί δεν επιθυμούσε να τους φορτώσει και με τα δικά της προβλήματα. Γνώριζε πως είναι πολλές και βαθιές οι πληγές και τα ποικίλα βάρη που σηκώνουν αυτοί που μένουν πίσω: Ήθη, έθιμα, παραδόσεις, μνημόσυνα, δημιούργησαν και καθιέρωσαν μεταθανάτιες εκδηλώσεις που, ενώ έχουν ως στόχο να τιμούν τους απόντες και να παρηγορούν τους επιζώντες, προσθέτουν όλο και περισσότερες φροντίδες και υποχρεώσεις, τις οποίες πολλοί αδυνατούν να αντιμετωπίσουν. Πληρώθηκε,το “περί ού ο λόγος”, προκαταβολικά, κατασκευάστηκε αλλά δεν… παραδόθηκε! Δεν εμφανίστηκε κανένας να το παραλάβει! Είχε απόλυτη εμπιστοσύνη η Ατούμισσα στον Μικέ ότι θα της το φύλαγε! Επιθυμούσε να είναι ιδιοκτήτρια αλλά όχι κάτοχος! Αυτό θα συνέβαινε μετά από έξι μήνες, όταν θα γινόταν και κάτοικός του…

_Ο θεσμός της αποπληρωμής ξυλουργικών εργασιών με δόσεις είχε εφαρμογή, πολύ πριν καθιερωθεί στο εμπόριο. Κάποιες τελευταίες δόσεις, όχι σπάνια, ο πελάτης τις “ξεχνούσε” και παρέμεναν στα κατάστιχα των κατασκευαστών. Ο επιπλοποιός Γιώργος Ρούσσος, στο τέλος κάθε χρόνου, εξέταζε τα κετάπια του, αν κάποιος οφειλέτης του είχε φύγει από η ζωή, για να τον διαγράψει, μαζί με το χρέος του!!! Δεν ήθελε να μιμηθεί το παράδειγμα της οικονομικής Εφορείας της πατρίδας του, η οποία τίποτα δεν παραγράφει και άσπλαγχνα μεταβιβάζει κάθε οφειλή των πολιτών της στους απογόνους…

_Ο Παντελής Κ., πελάτης του ξυλουργού Σακελλάρη Κουτσουράη, παράγγειλε ένα κρεβατάκι για το αγόρι του, μόλις διαπίστωσε ότι δεν το χωρούσε πια η κούνια, και ζωηρό καθώς ήταν, κινδύνευε από μέρα σε μέρα να μετρήσει το ύψος, πέφτοντας από την κούνια στο πάτωμα… Με το που έδωσε την παραγγελία, από την επόμενη μέρα επισκεπτόταν καθημερινά το μαγαζί για να του υπενθυμίζει την επείγουσα ανάγκη να κρεβατώσει το παιδί του! Ο τεχνίτης που είχε άλλες προγενέστερες υποχρεώσεις, μάταια προσπαθούσε να του εξηγήσει πως και παπάς να ήταν, με την αράδα του θα έπρεπε να πάει. Ο Παντελής, που ήταν και απότομος και νευρικός, είχε γίνει κουραστικός και ενοχλητικός σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο επιπλοποιός άρχισε να τον φοβάται και να τον αποφεύγει. Με το που τον έβλεπε ο Σακελλάρης να κατευθύνεται στο μαγαζί του, κρυβόταν μέσα σ’ ένα μεγάλο μπαούλο που του άφησε για επισκευή ένας άλλος πελάτης, για να αποφεύγει την γκρίνια και τις διαμαρτυρίες του! Μέχρι που κάποια μέρα τον λυπήθηκε ένα μαστορόπουλο, και όταν τον άκουσε να ρωτάει πού κρύβεται πάλι ο μάστοράς του, με το δάκτυλο τού έδειξε την κρύπτη του! Όταν άνοιξε ο Παντελής το σεντούκι και αντίκρισε τον Κουτσουράη να χαμογελά, χολωμένος το ξανάκλεισε κι έφυγε… Από εκείνη την ημέρα δεν ξαναπάτησε στο μαγαζί του. Μετά από 23 χρόνια ο θυμός και η αγανάκτηση του πικραμένου πατέρα ξεχάστηκε και η παραγγελία του κρεβατιού επαναλήφθηκε και εκτελέστηκε, με απόλυτη προτεραιότητα αυτή τη φορά, από τον ευτυχή παππού, για λογαριασμό του… εγγονού του, τον οποίο απόκτησε από τον γιο που το στερήθηκε μικρός!!!

______________

* Εφτά πηγές με τρεχούμενο νερό είχε η βορειοδυτική πλευρά του νησιού μας. Μία στο Καμάρι, στην περιοχή του Γα’ι’δουρόραχου. Δύο στις Μυρτιές, μία στη Συκιά και τρεις στο Μασούρι. Όλες στέρεψαν, εκτός από την πρώτη! Ως αιτίες θεωρούνται η κλιματολογική αλλαγή και οι οικοδομικές δραστηριότητες ( χρήση εκρηκτικών υλικών και εκσκαφές για θεμελιώσεις οικοδομών).

** Ο δημοκρατικός λαός της Καλύμνου στάθηκε από την πρώτη στιγμή απέναντι στη δικτατορία και τον διορισμένο δήμαρχό της. Δεν τον στήριξε και σε κάθε ευκαιρία τον κατηγορούσε ως “χουντικό”. Υπήρξε ιδιαίτερα δραστήριος και αποτελεσματικός. Αγαπούσε το νησί του. Εργάστηκε κάτω από αντίξοες συνθήκες για να το βοηθήσει. Συγκρούστηκε με αυθαίρετους κατόχους δημόσιων ή δημοτικών κοινόχρηστων χώρων αλλα και με νόμιμους ιδιοκτήτες, οι οποίοι αρνούνταν να του παραχωρήσουν σπιθαμή γης για διάνοιξη δρόμων και δημιουργία πεζοδρομίων…Δεν χαρίστηκε ούτε στον αδελφό του, ο οποίος κήρυξε την ευρύτερη περιοχή του Μασουριού δικό του “ζωτικό χώρο” και ήθελε να τον διαμορφώσει, όπως του άρεσε ή τον εξυπηρετούσε καλύτερα…. Δεν έβλαψε κανέναν ιδεολογικό του αντίπαλο. Η Κάλυμνος πρέπει κάποτε, μεγαλόψυχα, να αναγνωρίσει το γεγονός ότι η διάνοιξη της δεύτερης οδικής αρτηρίας μέσα από τους “Ποταμούς”, η οποία έλυσε ένα σοβαρό συγκοινωνιακό πρόβλημα, ενώ αξιοποίησε, παράλληλα, μια νεκρή περιοχή του νησιού μας, υπήρξε δικό του κατόρθωμα και το δικό του όνομα οφείλει να του δώσει.

Κάλυμνος, Δεκέμβρης 2022.