Του Γιώργου Λεκάκη*
Η νήσος Κάλυδνος και οι γύρω νήσοι της, αποτελούν ένα ενιαίο νησαίο σύμπλεγμα (μαζί με Λέρο, Ψέριμο, Καλόλιμνος, κ.ά.) γι’ αυτό και αναφέρονται συνήθως στον πληθυντικό: Αι Καλύδναι νήσοι.
Η Κάλυδνος έγινε Κάλυμνα (> Καλυμνία, Κάλυμνος και Κάλιμνος) και το νησαίο σύνολο Κάλυμναι νήσοι. Το εθνικό είναι Καλύμνιος / Καλυμνιάτης και Καλυμνία.
Ήταν μια σπουδαία νήσος. Ο Στράβων την υμνεί για το «αγαθό καλύδνιο μέλι» της. Αλλά ανάμεσα σε άλλα, «ο Φιλάδελφος εκ Καλυδνών μετήγαγε το σπέρμα (δηλ. σπόρους σιταριού της) στην Αίγυπτο. Γι’ αυτό και ο «εν Αιγύπτω σίτος» (γνωστός σήμερα ως χοροσάν ή καμούτ) ονομαζόταν «κάλυμνος» ή «καλύμνιος», αντί για «κάλυδνος» / «καλύδνιος»… Το «αιγυπτιακό» σιτάρι, είναι και θα πρέπει να λέγεται «καλύμνιο» ή «καλυμνιακό».
Σιτάρι και το κριθάρι ευρέθησαν στους τάφους των φαραώ.
Επί Ψαμμήτιχου Α΄, αρχαίοι Έλληνες – και κυρίως Δωδεκανήσιοι[1] – ναυτικοί έμποροι μετέφεραν σιτάρι από την Αίγυπτο, με ετήσιες σιτοπομπές, και το πωλούσαν στις αγορές – και στην Ελλάδα. Και αυτό γινόταν από το λιμάνι της Ναυκρατίδος αρχικώς και της Αλεξανδρείας μετά, προς την Κωνσταντινούπολη[2] με ενδιάμεσους σταθμούς τα Δωδεκάνησα.
Η σχέση της Καλύμνου με την Αίγυπτο είναι και αυτή πολύ αρχαία. Στο Αρχαιολογικό της Μουσείο της υπάρχει χάλκινο τελετουργικό αντικείμενο με κιονίσκο, επί του οποίου ευρίσκεται σύνταγμα αυτών που συνηθίζουν οι αρχαιολόγοι να λένε αποπροσανατολιστικά «αιγυπτιακών θεοτήτων», ενώ πρόκεται για πανάρχαιες θεότητες των Ελλήνων.
Οι ρωμαϊκές λεγεώνες, που πολεμούσαν τους Μακεδόνες, ανεφοδιάζονταν με αιγυπτιακό σιτάρι.
Το σημερινό αιγυπτιακό στάρι δεν έχει αρκετή γλουτένη. Έτσι μόνο του δεν δίνει ψωμί αποδεκτής ποιότητος, αν δεν αναμειχθεί με αλεύρι από άλλα, εισαγόμενα σιτηρά. Οι κυβερνήσεις της χώρας, έως σήμερα έχουν επιδοτουμενα προγράμματα για αλευροποιούς. Και αυτό ήταν άλλωστε μια των πληγών των φαραώ…
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκακης “Συγχρονης Ελλαδος περιηγησις”. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 5.4.2007.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- Λεξικο ΣΟΥΔΑΣ, Μέγα Ετυμ., Ετυμολογικό Γουδιανό, Απολλόδωρος, Σκήψιος, Στέφ. Βυζάντιος.
- Δεληγιαννάκης Γ. «Η ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΥΣΤΕΡΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΝΑ ΑΙΓΑΙΟΥ», Πανεπιστήμιο Οξφόρδης, Τμήμα Αρχαίας Ιστορίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Σε ένα διάταγμα του Θεοδοσιανού Κώδικα (13.5.32 – 409 μ.Χ.) αναφέρεται «καρπαθιακός στόλος», ο οποίος, μαζί με εκείνον της Αλεξανδρειας καλείται να μεταφέρει το αιγυπτιακό σιτάρι από την Αλεξάνδρεια στην Κωνσταντινούπολη (ή/και στην Ρώμη).
[2] Βλ. Προκόπιος «Περί κτισμάτων», v.I.7-13.
ΠΗΓΗ : ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ-Η ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Γιώργος Λεκάκης- Σύντομο Βιογραφικό

Ο Γιώργος Λεκάκης γεννήθηκε στις 17 Αυγούστου 1964 στο Μόναχο της Γερμανίας από Έλληνες μετανάστες γονείς. Μεγάλωσε και σπούδασε εκεί, ολοκληρώνοντας σπουδές στην Κοινωνιολογία, Λαογραφία και Δημοσιογραφία.
Είναι συγγραφέας, στιχουργός και δημοσιογράφος. Ως δημοσιογράφος, έχει συνεργαστεί με διάφορες εφημερίδες και περιοδικά, όπως τα «Νέα», «Ρωμιοσύνη», «Κέρδος», «Νέα Αυριανή», «Θεσσαλονίκη», «Ελευθερία» του Λονδίνου, «Έθνος της Κυριακής» και «Ελευθεροτυπία». Επιπλέον, έχει εργαστεί ως αρχισυντάκτης στις «Χρυσές Σελίδες» του «Ελεύθερου Τύπου».
Ως στιχουργός, συνεργάστηκε με σημαντικούς Έλληνες καλλιτέχνες, όπως η Καίτη Γκρέυ, η Γιώτα Λύδια, ο Σταμάτης Κόκοτας, η Βίκυ Μοσχολιού, ο Τόλης Βοσκόπουλος, ο Πασχάλης Τερζής, ο Βασίλης Καρράς, η Γλυκερία, ο Μανώλης Λιδάκης, ο Γιάννης Πλούταρχος, ο Νότης Σφακιανάκης και πολλοί άλλοι.
Ως συγγραφέας, έχει δημοσιεύσει περισσότερα από 40 βιβλία, μεταξύ των οποίων: «Παγκόσμια Ιστορία των Πτήσεων», «Η Θεσσαλονίκη στο Ελληνικό Τραγούδι», «Ήπειρος, η γωνιά που πέτρωσε στο 5», «Η άγνωστη Μικρά Ασία», «Αρχαιοκαπηλίες των Γερμανών στην Ελλάδα επί Κατοχής» και «Κατεστραμμένες πόλεις και χωριά στην Ελλάδα επί Κατοχής».
Είναι μέλος της Επιτροπής Διεκδίκησης Κατοχικών Δανείων και Κλαπέντων Πολιτιστικών Θησαυρών.